-
Η σωτήρια φωνή του “εθνικισμού” και ο κίνδυνος της αγαπολογίας. - July 24, 2020
-
Black lives matter τελικά; - June 15, 2020
-
Φταίνε οι Τούρκοι; - December 28, 2019
-
Μεταναστευτικό : Πρόταση – Λύση - November 21, 2019
-
Ακτιβισμός αχαριστίας. - October 31, 2019
-
Μιντιακή αριστερή προπαγάνδα - October 29, 2019
-
Δεν είναι μεταναστευτικό, είναι εποικισμός. - October 3, 2019
-
Γιατί δεν θα αφομοιωθούν; - August 13, 2019
-
Το κάπνισμα επιτρέπετε… - July 27, 2019
-
Μεταναστευτικό και ναρκισσισμός. - July 3, 2019
Ὁ ἡρωϊκὸς τρόπος ζωῆς κατὰ τὸν Ἰωάννη Συκουτρῆ
«Ἡ ἡρωϊκὴ ἀντίληψις τῆς Ζωῆς ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχὴν, ὅτ’ ἡ Ζωὴ εἶν’ἕνας διαρκὴς ἀγὼν, μία ἀδιάκοπος, χωρὶς τέρμα καὶ χωρὶς σταμάτημα, μάχη ἐναντίον τῆς φύσεως, ἐναντίον τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἑπομένως καὶ ὁ ἄνθρωπος, κάθε γενεᾶς ὁ ἄνθρωπος, ἀποτελεῖ μίαν συνεχῆ μετάβασιν πρὸς κάτι ἄλλο, πρὸς κάτι ἀνώτερον. Ὄχι πρὸς ἕνα διαφορετικὸν εἶδος ὀργανικοῦ ὄντος (τὸν ὑπεράνθρωπον π.χ. τοῦ Νίτσε), ἀλλὰ πρὸς τὸ νὰ γίνῃ φορεὺς μιᾶς ἀνωτέρας, δηλαδὴ ἐντονωτέρας καὶ πλουσιωτέρας μορφῆς τῆς Ζωῆς. Ἔτσι κάθε ἄνθρωπος ἀξιόλογος εἶν’ ἕνας πρόδρομος , ποὺ ἀντλεῖ τὸ νόημα τῆς ὑπάρξεώς του ὄχι ἀπ’τὸ παρελθὸν οὔτ’ἀπὸ τὸ παρὸν, ἀλλ’ ἀπ’ τὸ μέλλον καὶ μόνον. Τὸ παρελθὸν ὡς παρελθὸν τὸ ἀγνοεῖ, πρὸς τὸ παρὸν εὑρίσκεται εἰς πόλεμον συνεχῆ. Ὄχι μόνον πρὸς ἐκεῖνο τὸ παρὸν, τὸ ὁποῖον δὲν εἶναι εἰς τὴν οὐσίαν του, παρὰ ἐπιβίωσις τοῦ παρελθόντος, ἤ μᾶλλον διατήρησις τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὀφειλομέν’ εἰς τὴν δειλίαν ἤ τὴν νωθρότητα τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων· ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος μάχεται καὶ πρὸς τὸ γνήσιον παρὸν, τὸ παρὸν ποὺ ζῇ γύρω του καὶ ζῇ μέσα του».
«Καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς κεῖται ἡ τραγικότης τοῦ ἡρωϊκοῦ ἀνθρώπου. Ριζωμένος εἶναι βαθύτατα στὸ παρελθὸν, τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ ἐκλεκτότερον κάρπισμα· μέσα του συμπυκνώνει εἰς μοναδικὸν βαθμὸν ἐντάσεως τὸ παρὸν – καὶ ὅμως ἀρνεῖται τὸ παρὸν καὶ τὸ μάχετ’ ἐν ὀνόματι τοῦ μέλλοντος, τὸ ὁποῖον ζῇ ὁ ἴδιος προληπτικῶς μόνον ὡς πραγματικότητα, μέσα του. Καὶ τὸ μάχεται μὲ τὰ ὅπλα καὶ τὴν ρώμην τῆς ψυχῆς του, ποὺ εἶναι τοῦ παρόντος ὅπλα καὶ ρώμη, τὸ ὁποῖον κατ’αὐτὸν τὸν τρόπον χρησιμοποιεῖ ταυτοχρόνως καὶ καταπολεμεῖ. Ἔτσι τοποθετεῖ ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν του, ἐκλέγων οὕτως εἰπεῖν τὸ ἐπικινδυνότερον σημεῖον, μέσα εἰς τὴν ὁρμὴν καὶ τὴν ὀργὴν παντοδαπῶν συγκρούσεων. Συγκρούσεων πρὸς τοὺς συγχρόνους του, οἱ ὁποῖοι τὸν μισοῦν, διότι μισοῦν τὸ μέλλον εἰς τὸ πρόσωπόν του. Συγκρούσεων πρὸς τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτὸν του, μιᾶς πάλης μεταξὺ τῆς πραγματικότητός του, ποὺ ἀνήκει εἰς τὸ παρὸν καὶ τῶν δυνατοτήτων του, ποὺ ἀνήκουν εἰς τὸ μέλλον, ποὺ θὰ τὰς πολεμήσῃ καὶ πάλιν ἐν ὀνόματι ἄλλων δυνατοτήτων ἀπὸ τὴν στιγμὴν ποὺ θὰ γίνουν πραγματικότης».
«Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ζῇ ταυτοχρόνως ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος τὸν μεγαλύτερόν του πόνον καὶ τὴν μεγαλυτέραν του ἐλπίδα. Ζῇ τὴν συντριβὴν καὶ τὸν πόνον του, ἀλλὰ ζῇ μαζὶ καὶ τὴν ἠθικὴν ἀναγκαιὸτητα τοῦ πόνου καὶ τοῦ χαμοῦ του. Κάτι περισσότερον: Ἐρωτεύεται τὴν συντριβήν του, τὴν χαίρετ’ ἐκ τῶν προτέρων, ἀντλεῖ τὴν ἱλαρωτέραν του ἀκριβῶς παρηγορίαν ἀπὸ τὴν συντριβήν του».
«Αἰσθάνεται πὼς εἶναι διαλεγμένος ἀπὸ τὴν Μοῖραν ὡς ἀγωνιστὴς καὶ ὡς μάρτυς, ἀφοῦ τὴν ἐπιτυχίαν δὲν τὴν μετρεῖ μὲ ἀποτελέσματ’ ἄμεσα, μὲ ἀριθμοὺς καὶ μεγέθη, δὲν τὴν μετρεῖ κἄν διόλου. Εἶναι τὸ ἀλεξικέραυνον, ποὺ θὰ συγκεντρώσῃ ἐπάνω του (θὰ προσελκύσῃ μᾶλλον ἐθελουσίως) ὅλας τὰς καταιγίδας καὶ ὅλα τ’ἀστροπελέκια, διὰ νὰ προστατευθοῦν τὰ κατοικητήρια τῶν εἰρηνικῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ θὰ τὸ κάνῃ ὄχι ἀπὸ πνεῦμα ἀλτρουϊσμοῦ καὶ ἐθελοθυσίας ὑπὲρ τῶν ἄλλων. Εἰς τὴν ἑτοιμότητα τοῦ κινδύνου τὸν σύρει μὲ ἀκαταμάχητον ἕλξιν ἡ αἰσθητικὴ θὰ ἔλεγα γοητεὶα τοῦ κινδύνου, ἡ συναίσθησις ὅτ’ εἶναι προνόμιον τῶν ἐκλεκτῶν (ὄχι καθῆκον ἤ πρᾶξις φιλανθρωπίας) νὰ συντρίβονται ὑπὲρ τῶν ἄλλων -τὸ πολυτιμώτερον προνόμιον! Ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος δὲν εἶναι τὸ ἄνθος, δὲν εἶναι ὁ καρπὸς –αὐτὰ ἀντιπροσωπεύουν τὸ παρὸν καὶ τοῦ παρόντος τὴν ἀνεπιφύλακτον χαρὰν. Εἶναι ὁ σπόρος ποὺ θὰ ταφῇ καὶ θὰ σαπίσῃ διὰ ν’ἀναφανῇ τὸ ἄνθισμα καὶ τὸ κάρπισμα. Εἶν’ ἐκεῖνος ποὺ θάπτεται διὰ νὰ ἑορτασθῇ ἡ ἀνάστασις, καὶ ἀνάστασις χωρὶς ταφὴν δὲν ὑπάρχει».
«Ἔπειτα ἡ ἐπιτυχία σημαίνει φρόνησιν καὶ ἡ φρόνησις εἶναι προσαρμογὴ τῆς ψυχῆς πρὸς τὰ πράγματα, καταβιβασμὸς δηλαδὴ καὶ ὀλιγάρκειά της, διὰ νὰ συμμορφωθῇ πρὸς τὴν καθημερινότητα τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου. Ἐνῷ ἡ σοφία καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ ἡρωϊκοῦ, εἶναι ν’ ἀναβιβάσ ῇ τὰ πράγματα πρὸς τὴν ψυχήν του, νὰ τὰ γεμίσ ῇ μὲ νόημα τόσον ὥστε νὰ γίνουν ἀντάξιά του. Δι’αὐτὸ παρέχει τὴν ἐντύπωσιν ἄφρονος καὶ εἶναι ἄφρων. Ἔχει τὴν ἀφροσύνην τοῦ παιδιοῦ ποὺ στερεῖται τὴν πολυύμνητον αὐτὴν πεῖραν τῆς πραγματικότητος, ἡ ὁποία εἶναι κατὰ βάθος ὄκνος καὶ ὀλιγοπιστία. Ἐνῷ τὸ παιδὶ εἶνια παιδὶ ἀκριβῶς διότι πιστεύει διότ’ ἠμπορεῖ ἀκόμη νὰ πιστεύῃ ἀνεπιφύλακτα. Ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος εἶν’ ὁ αἰωνίως νέος –τὶ νὰ τὴν κάνῃ τὴν φρόνησιν; Εἶναι διὰ τοὺς πεζοὺς καὶ τοὺς νοικοκυραίους, ποὺ βαδίζουν ἥσυχα καὶ ὁμαλὰ τὸν δρὸμον τῆς ζωῆς των. Ἐκεῖνος ὅμως δὲν βαδίζει· χορεύει».
«Ἄλλωστε πρὸς τὶ νὰ ἐξαπατήσῃ; Ἐξαπατοῦν οἱ ἑτεροκεντρικοὶ, αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται διαρκῶς μὲ τοὺς ἄλλους διὰ νὰ τοὺς ἀντιγράφουν ἤ νὰ τοὺς φθονοῦν ἤ καὶ τὰ δύο μαζὶ. Ἀπασχολοῦνται κάτ’ ἀνάγκην, ἀφοῦ δὲν εἶναι τόσον πλούσιον τὸ ἐγώ των ὥστε νὰ τοὺς ἀπασχολῇ ἐκεῖνο ἔντονα καὶ ἱκανοποιητικὰ. Ὁ ἡρωϊκὸς ὅμως, ἀποτελεῖ ὁ ἴδιος κέντρον τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐλεύθερος εἰς τὴν ἀπομονωσίν του, ἀριστοκρατικὸς μὲ τὴν ἀπόστασιν εἰς τὴν ὁποῖαν κρατεῖ τοὺς ἄλλους, ἀπτόητος, μὲ τὸ θάρρος τῆς προσωπικῆς του γνώμης καὶ τῆς προσωπικῆς του εὐθύνης, ὑπερήφανος μέσα εἰς τὸ ἄβατον τέμενος τῆς μοναξιᾶς του. Δι’ αὐτὸ δὲν καταδέχεται νὰ φθονῇ μήτε νὰ παραβγαίνῇ μὲ τοὺς ἄλλους· δὲν χρειάζεται νὰ βεβαιών ῇ εἰς τὸν ἑαυτόν του μ’ αὐτὸ τὸ μέσον μὲ τὴν ἐξωτερικὴν ἀναγνώρισίν του, δηλαδὴ τὴν ὑπεροχήν του».
«Πουθενὰ δὲν φαίνεται περισσότερον ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ ἡρωϊκοῦ ἀνθρώπου, παρὰ εἰς τὸν τρὸπον ποὺ διεξάγει τοὺς λεγομένους ἀγῶνας ἰδεῶν. Δὲν ἀποβλέπει ποτὲ εἰς τὸ νὰ νικήσ ῃ. Τὶ θὰ εἰπ ῇ νὰ νικήσῃ; Νὰ δεχθοῦν τὰς ἀπόψεις του; Συμφορὰ! Ὁ ἴδιος ξέρει τὶ τοῦ ἐστοίχισεν ὡς ποὺ νὰ καταλήξη εἰς αὐτὰς, τὶ τόλμη ἐχρειάσθη – sapere aude, λέγει ὁ ἀρχαῖος ποιητὴς – τὶ ἐσωτερικὴν ὡρίμανσιν προϋποθέτει. Ἔτσι ἀνησυχεῖ μᾶλλον παρὰ ποθεῖ ἐκεῖνον ποὺ θὰ τὰς δεχθ ῇ κατ’ ἐπιταγὴν ἤ ὡς προϊὸν μιᾶς συντόμου συζητήσεως».
«Διὰ νὰ ἀποκτήσῃ μήπως ὀπαδοὺς; Εἶν’ ἀληθὲς ὅτι πολλοὶ αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκην, νὰ κάνουν προπαγάνδα διὰ τὰς ἰδέας των, σὰν νὰ φοβοῦνται ὅτι δὲν θὰ εἶναι ὀρθαὶ ἄν δὲν τὰς ἀνεγνώριζαν καὶ ἄλλοι, κατὰ τὸ δυνατὸν πολυαριθμότεροι. Ἀλλ’ ἐκεῖνος γνωρίζει ὅτι σημασίαν δὲν ἔχει τὸ περιεχόμενον τῶν ἰδεῶν ἑνὸς ἀνθρώπου, ἀλλ’ ἡ ψυχικὴ δύναμις μὲ τὴν ὁποίαν τὰς κατέκτησε καὶ τὰς κατέχει, ὄχι τὸ τὶ πιστεύεις ἀλλὰ τὸ πῶς πιστεύεις ὅ,τι πιστεύεις. Ὅτι τὰς θεμελιώδεις, τὰς ζωτικὰς πεποιθήσεις, σοῦ ρυθμίζει κατὰ βάθος ἡ μοῖρα σου, ὄχι τἀνάπαλιν. Καὶ ἡ μοῖρα σου εἶναι κάτι ἀπολύτως προσωπικὸν· δὲν ἠμπορῇς μήτε νὰ τὸ δανεισθ ῇς μήτε νὰ τὸ δανείσῃς. Ἔπειτα, τὶ σημαίνει διὰ τὸν ἡρωϊκὸν ἄνθρωπον ὁ ἀριθμὸς; Ἐκεῖνος θέλει καὶ ὡς πνευματικὸς ἄνθρωπος ἀκόμη νὰ ἐργάζεται ὄχι νὰ συνεργάζεται –εἶναι ἀνδρικότερον…»
«Ἔτσι καὶ ὅταν ὑπερασπίζῃ τὰς ἀπόψεις του, δὲν τὸ κάνει διὰ νὰ τὰς ἐπιβάλῃ· ἀλλὰ διὰ νὰ μείνῃ ὁποῖος εἶναι. Καὶ ἀκριβῶς τὸ νὰ εἶναι ὁποῖος εἶναι, ἀποτελεῖ εἰς τὰ μάτια τῶν ἄλλων πολλάκις αὐτὸ καὶ μόνον, πολεμικὴν. Ἡ ὕπαρξίς του καὶ μόνη, ἐξεγείρει τὸ μῖσος· ἀρκεῖ νὰ περιγράφῃ ἁπλῶς πῶς εἶναι, καὶ προκαλεῖ ἀντιπάθειαν· τόσον μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ μέλλον ἀντιπροσωπεύει! Διότι τὸ μέλλον εἶναι σκοτεινὸν και εἶν’ ὀλίγοι ποὺ δὲν φοβοῦνται τὸ σκοτάδι· οἱ πολλοὶ τὸ φοβοῦνται, καὶ ὁ φόβος των παίρνει πολλάκις τὴν μορφὴν ἀντιπαθείας».
«Καὶ ὅμως σπείρει ἄφθονα τὰ γεννήματα τοῦ νοῦ του. Τὰ σπείρει διότι δὲν ἠμπορεῖ νὰ κάμ ῃ διαφορετικὰ· ὅπως τὸ δέντρον πού τινάζει τοὺς καρπούς του σὰν ὡριμάσουν εἴτ’ εὑρίσκονται ἀπὸ κάτω εἴτε ὄχι αὐτοὶ ποὺ θὰ τοὺς εἶναι χρήσιμοι. Ἔτσι καὶ ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος: διδάσκει παρασυρόμενος ἀπὸ τὴν πίστιν του, ὁμιλεῖ περὶ αὐτῆς, ὑποκύπτων εἰς τὴν ἐσωτερικὴν ὁρμὴν ν’ ἀνακοινώσῃ -ὄχι ν’ἀνακοινώσῃ· νὰ τραγουδήσῃ μᾶλλον τὴν χαράν του καὶ τοὺς θησαυρούς του –νὰ ἔτσι, ὅπως ὁ ἐρωτευμένος ποὺ θὰ ἤθελεν, εἰς ὅλον τὸν κόσμον νὰ φωνάξῃ τὴν ἀγάπην του καὶ διαβεβαιώνει κάθε φορὰν τὸ ἀγαπημένον του πρόσωπον πόσον τ’ἀγαπᾷ ὄχι διὰ νὰ τὸ πείσῃ οὔτε διὸτι φαντάζεται πὼς ἀμφιβάλλει, ἀλλὰ μόνον διότι εὐχαριστεῖται ὁ ἴδιος κάθε φορὰν νὰ τ’ἀκούῃ. Ἔτσι κι ὁ ἡρωϊκὸς ἄνθρωπος: εἴτε προφορικῶς ἀναπτύσσει πρὸς ἕνα κοινὸν εἴτε γράφει, κατὰ βάθος εἶν’ὁ ἴδιος ἀκροατὴς καὶ ἀναγνώστης τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁμιλεῖ ἐνώπιον τῶν ἄλλων διὰ ν’ἀκούσῃ ὁ ἴδιος τὴ φωνή του δυνατώτερα, διαυγέστερα, συνειδητότερα».
«Ὑπερήφανος εἶναι, ὄχι ἐγωϊστὴς. Δι’αὐτὸ σπαταλᾷ τὸν ἑαυτόν του. Ἡ εὐτυχία του εἶναι νὰ δαπανᾷ ἀκριβέστερον ἀκόμη : νὰ δαπανᾶται. Ἀνεξάντλητος ὅπως εἶναι δὲν ξέρει ἀριθμητικὴν. Εἶναι τόσο πλούσιος ὥστε θ’ἀναπληρώσῃ εὔκολα (τὸ ξέρει) κάθε ζημίαν· πρός τὶ λοιπὸν νὰ τὴν ὑπολογίζῃ; Ὑπολογίζει ὁ πτωχὸς· ὁ πλούσιος κλείνει τὰ μάτια, ἁπλώνει τὸ χέρι καὶ σκορπᾷ… Ὅσα καὶ νὰ σκορπίσῃ, πάντοτ’ἐκ τοῦ περισσεύματος θὰ εἶναι».
«Καὶ εἶναι φυσικὸν· ἀφοῦ διατηρεῖ ζωντανὰ καὶ καθαρὰ τὰ χαρίσματα τοῦ γνησίου ἀριστοκράτου: τὴν μοναξιά του, τὸ αἴσθημα τῆς ἀνεπιμειξίας, τὸ θάρρος καὶ τὴν ἱκανότητα πρὸς περιφρόνησιν, τὰς μακροχρονίους ἀφοσιώσεις, τὴν ἀρχοντικὴν μεγαλοδωρίαν. Πρὸ παντὸς τὸ αἴσθημα τῆς προσωπικῆς τιμῆς, ἐνώπιον τῆς ὁποῖας ὅλα τ’ἄλλα, πλοῦτος καὶ μόρφωσις, ἐξουσία καὶ ὑγεία εἶν’ ἕνα μηδὲν».
Ἰωάννης Συκουτρῆς, ἡρωϊκὸς τρόπος ζωῆς.